οργή οργή οργή


είναι η έλλειψη νικοτίνης ή η δυσκολία διαχείρισης των νέων δεδομένων;

κάπου ανάμεσα στο να μη σε προσβάλλω και το να μη σου πω ψέμματα
γιατί το ψέμα συνεπάγεται προσωπική καταπίεση

είναι ένα μεταίχμιο που δεν μπορείς ή δε θέλεις να καταλάβεις
εγώ κι εσύ σε τελείως διαφορετικά σημεία της διαδρομής
μια σχέση εξ αποστάσεως στον ίδιο χώρο

οργή από τα βάθη του κορμού μου που εκφράζεται με κάθε λάθος τρόπο
με λάθος επιλογές και αντιδράσεις
της οποίας τα αίτια δε θέλω να εκφράσω
είναι σοβαρότερα του εαυτού

θυμάσαι τότε που πήγα να σε σπρώξω από το μπαλκόνι;

είσαι ένα κάστανο

το δεύτερο πιο καταθλιπτικό φαγητό των είκοσί μου χρόνων

μια απόγνωση που εάν εκφραστεί, είναι αμφίβολο αν θα υπάρξει επιστροφή ή όχι
συνεχίζουμε να τα βάζουμε όλα κάτω από το παραγεμισμένο μας χαλί, ακόμη κι αν σας συμβουλεύω να μην το κάνετε

νόμιζα ήταν ελιά στην πλάτη μου που μεγάλωνε
τελικά ήσουν εσύ και όσες φορές προσπάθησα να στο πω δεν κατάλαβες τι σημαίνει αυτό για μένα
-τι όμως μπορεί να σημαίνει αυτό για σένα;-
δε λες να φύγεις
πώς να σταματήσω την εξάπλωση;
τη μέρα που σου εξήγησα πως δεν θέλω να σε φιλοξενώ πάνω μου πια
απάντησες με θράσος πως δε γίνεται αυτό
πως δεν είναι εφικτό
-για σένα-
προσπαθώ ακόμα κι ας εκμεταλλεύεσαι την αδυναμία μου να βλέπω τι γίνεται στην πλάτη μου

σχετικά με το χθεσινό μου όνειρο: έκανες μια εμφάνιση. δε θυμάμαι αν μου είπες κάτι ή σου είπα κάτι πριν σε φτύσω με οργή και σε πετύχω στο μάτι ακριβώς
το βλέμμα που μου 'δωσες μετά από αυτό ήταν ο,τι χειρότερο και με επανέφερε στην (κατά τα άλλα ονειρική) πραγματικότητα. με μαλάκωσε και με έκανε να μετανιώσω τόσο
γιατί ήσουν εσύ ή γιατί ήταν κάποιος γενικά, δεν θα μπορέσω να το απαντήσω αυτό ποτέ.
η εξήγηση του ονείρου είναι πολύ απλή: χάσου από την πλάτη και τη ζωή μου


και κάτι τελευταίο για κλείσιμο
που το σκέφτομαι συχνά ανάμεσα στα νερόβραστα φασόλια, τις καμένες φακές και τα λεωφορεία:
το χόρτο μας χωρίζει
πήρε τη θέση μου στην καθημερινότητά σου
κι αν είχα να σου γυρίσω θα με 'παιρνες τηλέφωνο
κι αφού δεν έχω ξεχνάς να με καλέσεις
κι όταν μιλάμε κοιτάς πάνω απ το κεφάλι μου τους περαστικούς
γιατί κάθεσαι σε αναμμένα κάρβουνα για μερικές τζούρες.
"μπα, όχι, δεν είναι έτσι. τι λες; με προσβάλλεις! αν είναι δυνατόν που το σκέφτηκες αυτό για μένα! πώς σου ήρθε; και ξέρεις κάτι αν..."

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου