να κολλήσω έρωτα

Αυτό το μονοπάτι, λένε, είναι σαν μια από χρόνια αμελημένη επίσκεψη στο υπόγειο:
θα φωτιστούν πράματα που είχες ξεχάσει εκεί κάτω, θα θυμηθείς παλιατζούρα που έκρυψες ή ξέχασες να πετάξεις- γενικά δεν ξέρεις καλά καλά τι θα δεις σε αυτή σου τη βόλτα

Ως τώρα, έχω δει 3 πράματα. Βασικά, έχω δει δύο ανθρώπους και ένα συναίσθημα.

Τις προάλλες έσκασε πρώτη φορά η αίσθηση της μοναξιάς, το παράπονο της ορκισμένης εργένισσας, η μελαγχολία του ανέκαθεν φαναριού. Ήταν όμως πιο βαθύ την πρώτη φορά. Είχε περισσότερο την χροιά τη εγκατάλειψης. Σα να φύγανε όλοι και να μ αφήσανε εδώ- πράγμα που δεν έγινε. Οπότε;
Σα να ήμουν ολομόναχη μέσα σε ένα μεγάλο σκοτεινό και άδειο δωμάτιο.

Μετά εμφανίστηκε η εικόνα της φίλης μου. Ένιωσα να μου λείπει απεγνωσμένα λες και είχα να τη δω δεκαετίες-επίσης δεν ισχύει. Με την εμφάνισή της, ένιωσα την ανάγκη να την αγκαλιάσω. Να την σφίξω στην αγκαλιά μου μέχρι να μου πει "ε, μαλάκα, πας καλά;". Αλλά να μην μου το πει. Να μείνουμε έτσι οριζοντιωμένες μέχρι να λιώσουν τα ρούχα μας και ακουμπήσουν τα δέρματά μας και όλο αυτό να μην είναι πια περίεργο.

Αγκάλιαζα τον εαυτό μου και δάκρυζα.

Η παραπάνω αίσθηση εγκατάλειψης γρήγορα πήρε τη μορφή της μοναξιάς λόγω έλλειψη ταιριού. Είδα στον πάτο των ματιών μου τη λαχτάρα να κολλήσω έρωτα επιτέλους. ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ! Τι προφυλάξεις παίρνω και τι εμβόλια έχω κάνει και πώς πέφτουν αυτές οι άμυνες και αφού αυτό έρχεται όταν δεν το ψάχνεις τότε τόσο καιρό που δεν το ψάχνω πού είναι να έρθει να μου αστράψει μια ανάστροφη, να με πιάσει απροετοίμαστη ίσα ίσα για να λέω μετά ότι όλα έγιναν εκεί που το περίμενα λιγότερο;
Καταλαβαίνω την ανάγκη μου να κρατηθώ, να φιληθώ, να αγκαλιάσω, να χάσω ένα κομμάτι μου στον τζόγο των συναισθημάτων.
Πότε το είχα αυτό τελευταία φορά;
Ποιος δεν το θέλει τόσο που μέσα βαθιά να καίγεται;
Ποιος δεν επιθυμεί να είναι το μισό καρδιοχτύπι ενός άλλου;

Και σεις οι πρόσκαιροι δεν είστε κακοί αλλά να που καταλήξαμε.

Στις φωτογραφίες που χαζεύω φαίνεται αυτό το φως που μόνο οι ερωτευμένοι πλάι στα ταίρια τους εκπέμπουν. Και είναι ζηλευτό και μοιάζει αγνό και πώς στο διάολο το κάνουν;

(Και 3) τότε, σκέφτομαι, που με αγκάλιαζες στη νυχτερινή ψύχρα, φαινόταν να το απολαμβάνουμε και οι δυο
θέλω να σηκωθώ όρθια
να σηκώσω τα χέρια με δύναμη στον αέρα
και να φωνάξω:
ΝΟΕΜΒΡΗ ΠΑΡΕ ΤΟΝ ΜΠΟΥΛΟ!
κανείς δεν σε πάει ούτως ή άλλως


φίλτρο
φίλτρο
φίλτρο
φίλτρο

να ακούς αλλά να μην επηρεάζεσαι
να κρατάς την πληροφορία αλλά όχι την ένταση με την οποία συνοδευόταν
όλα είναι στο μυαλό
αυτό το ξέρω, ναι

αλλά γιατί σφίγγω τα δόντια μου ενώ γράφω αυτές τις γραμμές;

τάσεις φυγής, οι χειρότερες τάσεις


νοέμβρη μας γάμησες
Σε σκέφτομαι
Πάνω σε ένα βράχο
η υπεροχή σου τρυπώνει
πλάι στα άγχη μου
που άφησα πίσω
Και τι σκέφτομαι;
λίγο τον τρόπο που μιλάς
λίγο τα μάτια σου
να σ αγκαλιάζω ενώ ονειρεύεσαι
λίγο

Για να καλύψω τη θλίψη μου
μ ένα κόκκινο μαντήλι
Η ζωή ήταν ωραία προτού σε γνωρίσω
και θα συνεχίσει να είναι

Θα ήθελες αυτές τις στιγμές
αποτυπωμένες σε φωτογραφίες
ή έστω σε μία
ή έστω

Συνοψίζοντας

ο φόβος για τα αεροπλάνα
μπορεί να αντιμετωπιστεί
εάν η λέξη αεροπλάνο αλλάξει νόημα

το κενό ανάμεσα στα σώματα 
μπορεί να καλυφθεί
με λέξεις
ή την περίφημη γλώσσα του σώματος

η φωνή και γενικότερα ο ήχος υπό το πρίσμα της φυσικής
δονήσεις σε ένα μέσο που λέγεται αέρας
-> τα λόγια που μπορεί να χαθούν στο διάστημα

γιατί τα παιχνίδια του μυαλού αποκαλούνται έτσι
πώς αποφασίσαμε να υποτιμήσουμε τόσο τον νου
και άρα ίσως εμάς τους ίδιους (ως έκφραση αυτού);

ντυμένα και βαμμένα μυαλά
χορεύουν, φλερτάρουν, καπνίζουν, βολτάρουν
απεικονίσεις αυτού του εκάστοτε χάους
που δε βγάζει νόημα

Κατ ♥❤

στοιχεία που μας ελκύουν 
και άλλα που μας απωθούν
περισσότερο αντικατοπτρίσεις του δέκτη
παρά του πομπού

τι μυστήριο να βλέπουμε και να καταλαβαίνουμε
αυτά που θέλουμε να δούμε ή να καταλάβουμε 
και όχι αυτό που υπάρχει

ποιος θα μπορούσε να είναι ο μαθηματικός τύπος αυτού του φαύλου κύκλου 
και πού θα κατέληγε;

κι όταν σε σκέφτομαι 
κράμα υποκειμενικότητας και φαντασίας
το πορτρέτο σου λειψό
και μου μοιάζει


έχω κι άλλα να γράψω*

χθες ξύπνησα με ένα χείμαρρο εικόνων στο κεφάλι
ένας χορός λέξεων
μες την ηρεμία της μεσημεριανής ύπαρξής μου

στον ορίζοντα ο Όλυμπος, κάποια καράβια στη θάλασσα 
κι αυτά τα πουλιά που στιγματίζουν σποραδικά το μπλε

και τα τσιγάρα μου

κράτα το τέμπο
κράτα το τέμπο
κράτα το τέμπο
κράτα το τέμπο
κράτα το τέμπο
κράτα το τέμπο

τώρα πια θα ήθελες να μπορούσες να αναποδογυρίζεις τραπέζια

Ορίζοντας

Ορίζοντας
στο μικρό σου σπίτι
έχουμε πιάσει τις δυο άκρες
εσύ φρόυντ
εγώ νικ κέηβ
οι υποβρύχιες μουσικές σου μας τριγυρίζουν

Ορίζοντας
σκέφτομαι την πρώτη φορά
που ηρέμησα σ αυτή την άκρη
<μακρόσυρτο επιφώνημα>
γυμνή
ντυμένη
και απολαμβάνω την τελευταία

πώς θα με σερβίρεις απόψε;
στα κάρβουνα των ματιών σου ίσως
δε μου βρίσκονται λέξεις
μονάχα θωπεύματα και φιλιά
και δεν κάνω τον κόπο να στα πετάξω
ως εκεί που κάθεσαι

Ορίζοντας
λιώνω σα βούτυρο
κ αφήνομαι στον καναπέ σου
θα θελα να μαι το πρωινό σου
μα το ένστικτό μου κλωτσάει
και φεύγω
Περπατάμε τα ξημερώματα
ο ουρανός παίζει το αγαπημένο μου μπλε
Αυτοί είναι οι φίλοι μου, σκέφτομαι.

Καλοκαίρι και έξω οι πατούσες
κορίτσια με προβλήματα και ιστορίες να πουν
Οι φίλες μου!

Τα αεροπλάνα φεύγουν
και τους παίρνουν
μαζί τους

κικη

πιθανολογώντας μπορώ να πω
πως μάλλον δεν μπορώ να γράψω
γιατί τα χέρια μου βαραίνει είτε
το ποίημα του Δημήτρη που δεν έγραψα ποτέ είτε
η προδοσία του Απόλλωνα που
όσο κι αν νομίζω πως ξεπέρασα πάντα γυρνάει με τον έναν ή
τον άλλο τρόπο και φωλιάζει φοβισμένα
-μια προδοσία που φωλιάζει φοβισμένα, τι ενδιαφέρον-
όπως και να χει
τίποτα από τα δυο δε θα αλλάξει σύντομα
οπότε και μάλλον δε θα μάθω σύντομα την αιτία
για την συγγραφική αδράνεια
όπως και όλα τα υπόλοιπα
που με τραβούν στον πάτο της μικρής μας λιμνούλας.

πείτε μου όμως αν μπορείτε
πως ακόμα κι έτσι
σε κατάσταση βύθισης
και με τετράδια άδεια
και παρθένα
συνεχίζω να είμαι μια γυναίκα
που αξίζει να λάμπει κάτω από τον ήλιο
και την ντισκομπάλα