κάνουμε μόνο λάθη/

οχλαγωγία->ποτέ καλό
όταν το μόνο που ζητώ είναι λίγη ηρεμία/
μα πότε ήρθαν όλα γύρω από το εγώ και στρογγυλοκάθισαν;

μόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθηκάνουμεμόνολάθημόνολάθη

και έχοντας βαρεθεί, με την έννοια του δεν μπορώ να αντέξω άλλο, αυτή τη μονότονη επανάληψη λαθών που οδηγούν σε αδιέξοδο καθιστώ τον εαυτό μου πνευματικό συνήγορο των απανταχού λαθοφόρων και ξεκινώ μια νοητή σταυροφορία υπέρ τους με στόχο να επαναφέρω την αξία του να κάνει κανείς και ένα λάθος που και που στη σύγχρονη πραγματικότητα.
από πότε η αξία μας μετριέται πολλαπλασιάζοντας των αριθμό των σωστών μας με κάποιο αόρατο συντελεστή; 
από πού προκύπτει αυτός ο φασισμός των δράσεων και επιλογών;
από πότε πρέπει να φερόμαστε κατά παραγγελία και κατά προσέγγιση των προσδοκιών των γύρω μας 
και πού σε όλο αυτό διατηρείται η ισορροπία του αυθεντικού εαυτού; 

και άσχετα και πέρα από όλα αυτά (ή ίσως όχι και τόσο άσχετα ή μακριά) είναι εκείνα τα τραγούδια που κάνουν την κιθάρα να βγάζει λυγμούς και τα μπράτσα να ανατριχιάζουν. που ηλεκτρίζουν όλη την ύπαρξη και εύχεσαι κάποιος να στα αφιέρωνε κάποτε κάποια στιγμή σε κάποια φάση υπό κάποιες συνθήκες
χοχο (σκέφτεσαι)
αλλά η αίσθηση αυτή μένει και ριζώνει ή βλασταίνει πάνω και μέσα σου και εμφανίζεται σε ανύποπτο χρόνο να σου πει στο αυτί: 
θέλω να κλάψω από συγκίνηση και έρωτα. 
θέλω τα μάτια μου να πλημμυρίζουν ενώ νιώθω αφύσικα δυνατά συναισθήματα για κάποιον 
με χέρια γύρω απ τη μέση μου και 
πιγούνι πάνω στον ώμο μου και 
στέρνο εκθαμβωτικό μες την απλότητά του
@

οργή οργή οργή


είναι η έλλειψη νικοτίνης ή η δυσκολία διαχείρισης των νέων δεδομένων;

κάπου ανάμεσα στο να μη σε προσβάλλω και το να μη σου πω ψέμματα
γιατί το ψέμα συνεπάγεται προσωπική καταπίεση

είναι ένα μεταίχμιο που δεν μπορείς ή δε θέλεις να καταλάβεις
εγώ κι εσύ σε τελείως διαφορετικά σημεία της διαδρομής
μια σχέση εξ αποστάσεως στον ίδιο χώρο

οργή από τα βάθη του κορμού μου που εκφράζεται με κάθε λάθος τρόπο
με λάθος επιλογές και αντιδράσεις
της οποίας τα αίτια δε θέλω να εκφράσω
είναι σοβαρότερα του εαυτού

θυμάσαι τότε που πήγα να σε σπρώξω από το μπαλκόνι;

είσαι ένα κάστανο

το δεύτερο πιο καταθλιπτικό φαγητό των είκοσί μου χρόνων

μια απόγνωση που εάν εκφραστεί, είναι αμφίβολο αν θα υπάρξει επιστροφή ή όχι
συνεχίζουμε να τα βάζουμε όλα κάτω από το παραγεμισμένο μας χαλί, ακόμη κι αν σας συμβουλεύω να μην το κάνετε

νόμιζα ήταν ελιά στην πλάτη μου που μεγάλωνε
τελικά ήσουν εσύ και όσες φορές προσπάθησα να στο πω δεν κατάλαβες τι σημαίνει αυτό για μένα
-τι όμως μπορεί να σημαίνει αυτό για σένα;-
δε λες να φύγεις
πώς να σταματήσω την εξάπλωση;
τη μέρα που σου εξήγησα πως δεν θέλω να σε φιλοξενώ πάνω μου πια
απάντησες με θράσος πως δε γίνεται αυτό
πως δεν είναι εφικτό
-για σένα-
προσπαθώ ακόμα κι ας εκμεταλλεύεσαι την αδυναμία μου να βλέπω τι γίνεται στην πλάτη μου

σχετικά με το χθεσινό μου όνειρο: έκανες μια εμφάνιση. δε θυμάμαι αν μου είπες κάτι ή σου είπα κάτι πριν σε φτύσω με οργή και σε πετύχω στο μάτι ακριβώς
το βλέμμα που μου 'δωσες μετά από αυτό ήταν ο,τι χειρότερο και με επανέφερε στην (κατά τα άλλα ονειρική) πραγματικότητα. με μαλάκωσε και με έκανε να μετανιώσω τόσο
γιατί ήσουν εσύ ή γιατί ήταν κάποιος γενικά, δεν θα μπορέσω να το απαντήσω αυτό ποτέ.
η εξήγηση του ονείρου είναι πολύ απλή: χάσου από την πλάτη και τη ζωή μου


και κάτι τελευταίο για κλείσιμο
που το σκέφτομαι συχνά ανάμεσα στα νερόβραστα φασόλια, τις καμένες φακές και τα λεωφορεία:
το χόρτο μας χωρίζει
πήρε τη θέση μου στην καθημερινότητά σου
κι αν είχα να σου γυρίσω θα με 'παιρνες τηλέφωνο
κι αφού δεν έχω ξεχνάς να με καλέσεις
κι όταν μιλάμε κοιτάς πάνω απ το κεφάλι μου τους περαστικούς
γιατί κάθεσαι σε αναμμένα κάρβουνα για μερικές τζούρες.
"μπα, όχι, δεν είναι έτσι. τι λες; με προσβάλλεις! αν είναι δυνατόν που το σκέφτηκες αυτό για μένα! πώς σου ήρθε; και ξέρεις κάτι αν..."
τώρα που γίναμε πολλοί δεν χωράμε στο κεφάλι μου ή στη μέρα μου στο ημερολόγιό μου ή στο κρεβάτι μου. αποτυγχάνουμε να κάνουμε βασικά καθημερινά πράματα καταλήγουμε να μην κάνουμε τίποτα γιατί είμαστε τεμπέληδες και αγχωμένοι. όλη μας η ύπαρξη μοιάζει με το ξεφύλλισμα ενός φωτογραφικού λευκώματος από το μέλλον
χαζεύουμε τι θα μπορούσαμε να είχαμε καταφέρει και αυτό μας φοβίζει τόσο που τελικά μας είναι αρκετό

141

η σκέψη μου έχει κολλήσει σε δύο πράματα

  1. τις πάρα πολλές εργασίες που εκκρεμούν και ζητούν την προσοχή μου και παρόλο που δεν κάνω κάτι δραστικό γι αυτό και απλά επιμένω στη σκέψη, όλο αυτό κάθεται πάνω μου σαν φορτίο και με καταβάλει.
  2. την εξής εικόνα: εγώ, ξαπλωμένη σε κάποια έκταση γρασιδιού, με τα χέρια τεντωμένα και τα πόδια γυμνά. τα μπράτσα μου να γαργαλιούνται απ τον ήλιο κι ενίοτε από κάποια αδέξια χορταράκια.

μεταξύ μας, η μάνα ξέρει.
η μάνα δεν είναι τρελή.
μπορεί να διαβάσει τα πάντα σε μια έκφραση του προσώπου του παιδιού της.
μπορεί απ τον τόνο της φωνής να καταλάβει.
αν δεν μπορεί να το κάνει αυτό για το αντικείμενο της πιο συνεπούς μελέτης της
τότε για τι πιστεύετε πως μπορεί να το κάνει;
ας μην κοροϊδευόμαστε 

Το Αντίο

Τις τελευταίες μέρες βλέπω τον ίδιο εφιάλτη: 
το αντίο καμουφλαρισμένο ως άνθρωπος στέκεται απέναντί μας. κινείται όπως κι εμείς. μοιάζει σαν παγιδευμένος κλώνος μας μέσα σε γυάλινο κουτί. μιμείται τις εκφράσεις μας. όταν πάμε να το προσεγγίσουμε έρχεται κι αυτό. αν απομακρυνθούμε, απομακρύνεται επίσης.
άμα του 'δινα μια, θαρρώ, θα 'χα εφτά χρόνια γρουσουζιά. 
Κι έπειτα βαριανασαίνω ώσπου να με πάρει ο ύπνος.

με αφορμή αυτές τις σκέψεις έγραψα 2 παρόμοια χαϊκού

Το αντίο στέκεται δυο μέτρα απέναντί μας
Μιμείται την κάθε μας κίνηση
Σαν παγιδευμένος κλώνος μας σε γυάλινο κουτί

Το αντίο καμουφλαρισμένο σε όμοιό μας άνθρωπο
στέκεται απέναντί και μας μιμείται
σαν παγιδευμένος κλώνος πίσω από γυάλινο/διάφανο τείχος