"Στο τέλο, ο νεότερος απ' τους κουνιάδους του, που ήταν ακόμα παιδί, του 'πε την αλήθεια. η Πραβάτι ήταν με τον πρίγκιπα. Ζούσε στη σκηνή του και την είχαν δει να καβαλάει τ' άλογό του.
Ο Ντάσα άρχισε να παραμονεύει αθέατος γύρω απ' το στρατόπεδο του πρίγκιπα, κουβαλώντας τη σφεντόνα που του 'χε μείνει από τότε που ήταν βόσκος, όταν η σκηνή του φαινόταν για μια στιγμή αφύλαχτη, είτε μέρα ήταν είτε νύχτα, ο Ντάσα πλησίαζε στα κλεφτά. Αλλά σχεδόν αμέσως εμφανίζονταν οι φρουροί κι έπρεπε να το σκάσει. Κρυμμένος στα κλαδιά ενός δέντρου και κοιτάζοντας από εκεί πάνω το στρατόπεδο, είδε τον πρίγκηπα, που το αντιπαθητικό του πρόσωπο το θυμόταν από τον καιρό της γιορτής, να καβαλικεύει τ' άλογό του και να φεύγει καλπάζοντας. Όταν γύρισε μετά από ώρες, ξεπέζεψε, τράβηξε το ύφασμα που σκέπαζε τη σκηνή κι ο Ντάσα μπόρεσε να διακρίνει μέσα στο μισοσκότεινο εσωτερικό της μια γυναίκα που σηκώθηκε να τον προυπαντήσει. Κόντεψε να πέσει απ' το δέντρο καθώς αναγνώρισε σ' αυτή τη γυναίκα την Πραβάτι, την γυναίκα του. Τώρα ήταν βέβαιος και ο πόνος στην καρδιά του έγινε αβάσταχτος. Όσο μεγάλη κι αν ήταν η ευτυχία της αγάπης του με την Πραβάτι, ακόμα μεγαλύτερη ήταν τώρα η ψυχική οδύνη, η οργή, το αίσθημα της απώλειας και της προσβολής. Έτσι συμβαίνει όταν κάποιος διοχετεύει όλη την ικανότητα του γι'αγάπη σ' ένα μοναδικό αντικείμενο. Γιατί άμα το χάσει, όλα καταρρέουν γι' αυτόν και στέκεται πια κατεστραμμένος ανάμεσα σ' ερείπια."
Ο Ντάσα άρχισε να παραμονεύει αθέατος γύρω απ' το στρατόπεδο του πρίγκιπα, κουβαλώντας τη σφεντόνα που του 'χε μείνει από τότε που ήταν βόσκος, όταν η σκηνή του φαινόταν για μια στιγμή αφύλαχτη, είτε μέρα ήταν είτε νύχτα, ο Ντάσα πλησίαζε στα κλεφτά. Αλλά σχεδόν αμέσως εμφανίζονταν οι φρουροί κι έπρεπε να το σκάσει. Κρυμμένος στα κλαδιά ενός δέντρου και κοιτάζοντας από εκεί πάνω το στρατόπεδο, είδε τον πρίγκηπα, που το αντιπαθητικό του πρόσωπο το θυμόταν από τον καιρό της γιορτής, να καβαλικεύει τ' άλογό του και να φεύγει καλπάζοντας. Όταν γύρισε μετά από ώρες, ξεπέζεψε, τράβηξε το ύφασμα που σκέπαζε τη σκηνή κι ο Ντάσα μπόρεσε να διακρίνει μέσα στο μισοσκότεινο εσωτερικό της μια γυναίκα που σηκώθηκε να τον προυπαντήσει. Κόντεψε να πέσει απ' το δέντρο καθώς αναγνώρισε σ' αυτή τη γυναίκα την Πραβάτι, την γυναίκα του. Τώρα ήταν βέβαιος και ο πόνος στην καρδιά του έγινε αβάσταχτος. Όσο μεγάλη κι αν ήταν η ευτυχία της αγάπης του με την Πραβάτι, ακόμα μεγαλύτερη ήταν τώρα η ψυχική οδύνη, η οργή, το αίσθημα της απώλειας και της προσβολής. Έτσι συμβαίνει όταν κάποιος διοχετεύει όλη την ικανότητα του γι'αγάπη σ' ένα μοναδικό αντικείμενο. Γιατί άμα το χάσει, όλα καταρρέουν γι' αυτόν και στέκεται πια κατεστραμμένος ανάμεσα σ' ερείπια."
-Έρμαν Έσσε
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου